Πέμπτη, Ιουλίου 06, 2006

Batso villa


Δεν φταίει ο Γιαννάκης, που είναι έτσι, φταίει η μάνα του, η γλυκιά του μάνα
Έμπαινε σπίτι, κι ήταν στα τέσσερα, λαχανιασμένη. Και από πίσω…
…βρίσκονταν πάντα ένα γομάρι, που της εφώναζε «θα σου τον σκίσω»
Πότε μ’ αράπη, πότε με τον χασάπη, όλο σκιζότανε η πουτάνα

Κι εκείνος πάντα στη χαραμάδα, να την κοιτάει…
…παίζοντας με τ’ οργανάκι του, να μη τελειώσει παρακαλάει


Δεν φταίει ο Γιαννάκης, που είναι έτσι, φταίει ο κουμπάρος που είχε βίτσια
Τον έπιασε κάποτε να τους κοιτάει κι είχε στο χέρι το οργανάκι…
… ξύλο και σεξ απ’ τον κουμπάρο, (ασπρό)μαυρο του το ‘κανε το κωλαράκι
Δεν φταίει ο Γιαννάκης, που είναι έτσι, κι όλο ξεσπάει στα κορίτσια.

Είναι πουτάνες ΠΟΥΤΑΝΕΣ όλες, το μόνο που θέλουν είναι πούτσα
Ξύλο και πούτσα κρύβεται μόνο, πίσω απ’ τ’ αθώα τους τα μάτσα μούτσα


Δεν φταίει ο Γιαννάκης που είναι έτσι, φταίει η εκπαίδευση και η παράγκα
Οι διαδηλώσεις συνταξιούχων ήτανε τα καλύτερά του
Έδερνε μόνο γριές γυναίκες γιατί του θύμιζαν τη μαμά του
Δεν φταίει ο Γιαννάκης που είναι έτσι, φταίει το σύστημα και η ανάγκα

Ρίξτε το φταίξιμο στους ταξιτζήδες, και στους αλήτες τους οικοδόμους
Και στα πρεζόνια τους φοιτητές, που παν και κλείνουνε τους δρόμους


Δεν φταίει ο Γιαννάκης που είναι έτσι, και κάθε βράδυ πριν ξαπλώσει
Γλύφει το αίμα από το γκλομπ του και ταυτοχρόνως το σαλιώνει
Καθρεφτισμένος σε μια ασπίδα, από την καύλα του να λιώνει,
Το χώνει όλο από πίσω,

και κλαίει λίγο πριν τελειώσει…